Κυριακή 16 Ιουνίου 2019

«Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ὑπακοῆς» Εὐεργετινός Τόμ. Α΄- Ὑπόθ. ΙΘ΄.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ὑπακοῆς»

            Συνεχίζουμε σήμερα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τίς ὁμιλίες μας στή νέα χρονιά. Σήμερα εἶναι ἡ 19η Ὑπόθεσις ἀπό τό βιβλίο τοῦ Εὐεργετινοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο: «Περί τοῦ ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ ὑποταγή. Ποιά ὠφέλεια προέρχεται ἀπό αὐτή καί πῶς τήν κατορθώνει ὁ ἄνθρωπος»[1]Θά πεῖτε, σήμερα ὁ ἄνθρωπος ἔχει μάθει νά ἀκούει γιά ἐλευθερία καί ὄχι γιά ὑποταγή. Βέβαια ἡ ἐλευθερία ἡ ἀληθινή ἔρχεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅπως μᾶς λέει πάλι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ «οὗ τό Πνεῦμα Κυρίου, ἐλευθερία»[2]. Ἐκεῖ πού εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία. Καί βλέπουμε ἀπό τήν ἱστορία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τήν ἱστορία τῶν Ἑβραίων, ὅτι ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἔχαναν τήν ἐν Χριστῷ, τήν ἐν Θεῷ, τήν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, τήν ἐλευθερία δηλαδή πού ἔρχεται μέσα ἀπό τήν καταπάτηση, τήν κατανίκηση τῶν παθῶν, τότε σκλαβωνόντουσαν καί σέ βάρβαρους λαούς εἰδωλολατρικούς. Ὅταν μετανοοῦσαν, τότε ἀπήλαυναν τήν ἐλευθερία τήν ἐθνική, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχαν τήν ἐλευθερία τήν ἠθική, τήν ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία. Τήν ὀρθόδοξη πίστη, τήν ἐλευθερία ἀπό τήν πλάνη, ἀπό τά εἴδωλα καί ἀπό τήν εἰδωλολατρία.
            Σήμερα βλέπουμε, καί εἶναι ἐπίκαιρο τό θέμα βέβαια τώρα μέ τή Μακεδονία, ὅτι κινδυνεύουμε πάλι νά σκλαβωθοῦμε. Καί ὄχι μόνο νά χάσουμε ἐδάφη, τή Μακεδονία μας καί ὄχι μόνο.. οἱ Τοῦρκοι ἀπειλοῦνε ἐξ ἀνατολῶν, οἱ Ἀλβανοί θέλουν κι αὐτοί νά ἐπεκταθοῦν στήν Ἤπειρο, τή Θράκη μας ἐπίσης τήν ἀπειλοῦν.. ἄλλοι μάλιστα μιλᾶνε γιά αὐτονομία τῆς Κρήτης.. Ἔχουμε δηλαδή κινδύνους ἀπό παντοῦ, ἐθνικούς κινδύνους, καί τελικά κινδυνεύει νά μήν ὑπάρχει ἡ Ἑλλάδα ὡς κράτος. Θά πεῖτε, πρέπει νά ἀντιδράσουμε. Φυσικά πρέπει, καί νά ὑπερασπιστοῦμε τά δίκαια τῆς πατρίδας μας, ἀλλά ὄχι μέ τρόπο πού δέν θέλει ὁ Θεός. Ὁ ἀληθινός τρόπος, ἡ ἀληθινή ὑπεράσπιση εἶναι αὐτό πού ὑπαινιχθήκαμε, δηλαδή ἡ ἀπόκτηση τῆς ἐν Χριστῷ, τῆς ἐν Θεῷ, τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐλευθερίας. Καί τότε ὁ Θεός χαρίζει -γιατί ὁ Θεός εἶναι πού τά ρυθμίζει ὅλα- καί τήν ἐθνική ἐλευθερία, ἐφόσον κρίνει ὅτι αὐτό εἶναι γιά τό καλό μας.
            Κι ἄν σήμερα φωνάζουμε γιά τή Μακεδονία, καί καλά κάνουμε καί φωνάζουμε, θά πρέπει ὅμως νά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ὅτι τό πρώτιστο δέν εἶναι τά χωράφια, δέν εἶναι ὁ χῶρος δηλαδή, δέν εἶναι τό ἔδαφος. Τό πρῶτο εἶναι τό ὅτι ἡ πατρίδα μας ὡς χῶρος φυλάει τήν Ὀρθοδοξία. Μέ ποιά ἔννοια; Φιλοξενεῖ πιό σωστά. Γιά νά μήν ποῦμε φιλοξενεῖται, γιατί ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι πάνω ἀπ’ τήν Ἑλλάδα, ἀλλά δίνει ἔτσι μία προστασία ἀνθρώπινη καί μία ἄνεση σέ μᾶς νά ἔχουμε ἡσύχιο βίο καί ἐν ἡσύχῳ βίῳ νά λατρεύουμε τόν Θεό. Γιά σκεφτεῖτε νά ἔχουμε μία Τουρκοκρατία, μία κυριαρχία ξένων ἐδῶ πέρα, οἱ ὁποῖοι θά μᾶς ἐμποδίζουν νά κάνουμε Θεία Λειτουργία καθημερινά, νά λατρεύουμε τόν Θεό, νά κοινωνοῦμε, νά κάνουμε τόν σταυρό μας.. καί νά εἴμαστε ὑπό διωγμό ὅταν τά κάνουμε αὐτά, πόσο πιό δύσκολα θά εἶναι τά πράγματα.. Λέει ἡ Ἁγία Γραφή «ἐλασσονοῦσι ἔθνη ἁμαρτίαι»[3]. Τά ἔθνη τά ἐλαττώνουν, τά λιγοστεύουν, τά μικραίνουν καί τά ἐξαλείφουν τελικά οἱ ἁμαρτίες. Ἑπομένως, τήν ἱστορία θά πρέπει νά τή δοῦμε στήν ἀληθινή της βάση.

-           Ποιός καθορίζει τήν ἱστορία; Τήν καθορίζουν οἱ ἰσορροπίες τῶν ὁπλικῶν συστημάτων; Τήν καθορίζει ἡ πολιτική καί πόσο ἱκανοί εἶναι οἱ πολιτικοί μας ἤ πόσο ἀνίκανοι εἶναι; Πόσο καλά χειρίζονται τά θέματα τῆς ἐθνικῆς ἀσφάλειας κ.λ.π.;
            Τελικά, πίσω ἀπ’ ὅλα εἶναι ὁ Θεός καί ὁ Θεός εἶναι πού γράφει τήν ἱστορία. Ἔχει λεχθεῖ πολύ ἐπιτυχημένα «ἄλλοι γράφουν τήν ἱστορία καί γιά ἄλλους γράφει ἡ ἱστορία». Ἡ ἱστορία γράφει πολλές φορές ἐξωτερικά... αὐτοί πού φαίνονται.. ὁ Μέγας Ναπολέων κ.λ.π. Ἀλλά τελικά ἄλλοι γράφουν τήν ἱστορία.
-           Ξέρετε ποιοί τήν γράφουν;
            Ὁ Θεός καί οἱ Ἅγιοι γράφουν πραγματικά τήν ἀληθινή ἱστορία. Καί πίσω ἀπ’ ὅλα εἶναι ὁ Θεός καί οἱ Ἅγιοι. Καί παραχωρεῖ ὁ Θεός, ὅταν ἐμεῖς παρεκτρεπόμαστε, καί οἱ ὅποιοι λαοί, σᾶς εἶπα τό παράδειγμα τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ, νά σκλαβωνόμαστε καί νά χάνουμε τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Γιατί; Γιατί -γιά νά ξαναγυρίσουμε καί στό θέμα μας- δέν ἔχουμε μάθει τήν ὑποταγή. Ἡ ἀληθινή ἐλευθερία ἐξασφαλίζεται διά τῆς ὑποταγῆς στόν Θεό, διά τῆς ὑπακοῆς στόν Θεό. Ἔρχεται ὁ διάβολος καί λέει, ἔλα σέ μένα.. θά γίνεις ἐλεύθερος.. θά κάνεις ὅ,τι θέλεις... καί μᾶς κοροϊδεύει! Γιατί; Ὅταν κανείς ἀφεθεῖ στά πάθη του καί κάνει τίς ἁμαρτίες πού τοῦ ὑποβάλλει ὁ διάβολος, γίνεται σκλάβος μετά στόν διάβολο καί στά πάθη.
-           Πῶς λοιπόν θά ὁδηγηθοῦμε στήν ἀληθινή ἐλευθερία;
            Διά τῆς ὑπακοῆς. Γι’ αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό τό θέμα μας σήμερα καί γιά τή ζωή μας τήν προσωπική καί γιά τή γενικότερη ζωή τήν κοινωνική καί τή ζωή, ἄν θέλετε, τοῦ ἔθνους μας, ἀλλά καί ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος. Ἄν πᾶμε πίσω στήν ἱστορία μας, ὡς ἀνθρωπότης, θά δοῦμε ὅτι χάσαμε τήν ἐλευθερία μας στόν παράδεισο μέ τήν παρακοή πού κάναμε στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μᾶς εἶχε προειδοποιήσει, ὅτι ἄν θά φᾶτε ἀπ’ τόν καρπό αὐτοῦ τοῦ δέντρου, θά πεθάνετε. Κι ἐμεῖς τό κάναμε. Ὁπότε, ὑποταχθήκαμε στόν διάβολο, στή φθορά καί στόν θάνατο καί γίναμε τριπλά δοῦλοι. Ἐνῶ ἤμαστε ἀληθινά ἐλεύθεροι, κάνοντας ὑπακοή μέχρι τότε στόν Χριστό, στόν Θεό, γίναμε σκλάβοι τριπλά, στήν ἁμαρτία, στόν διάβολο καί στόν θάνατο, ὁ ὁποῖος ἦρθε ὡς τελικό ἀποτέλεσμα τῆς φθορᾶς. Ἡ φθορά, ἡ γήρανση καί τελικά ὁ θάνατος τῆς ὕπαρξής μας. Ἡ γήρανση φαίνεται στό βιολογικό ἐπίπεδο, ἀλλά ἡ ἁμαρτία ἀπ’ τήν πρώτη στιγμή πού θά διαπραχθεῖ νεκρώνει τόν ἄνθρωπο στό πνευματικό ἐπίπεδο. Ἔτσι, οἱ Πρωτόπλαστοι πέθαναν πνευματικά ἀμέσως, μέ τό πού ἁμάρτησαν, καί βιολογικά ἔπειτα ἀπό ἐννιακόσια περίπου χρόνια - πέθανε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα.
            Ἔρχεται τώρα ὁ Χριστός μας καί μᾶς δείχνει τόν δρόμο τῆς θεραπείας, τόν τρόπο τῆς θεραπείας, τόν δρόμο πού πρέπει νά πάρουμε, καί εἶναι ἡ ἀντίστροφη πορεία. Παρακοή; Τώρα ὑπακοή. Ἀνυποταξία; Τώρα ὑποταγή. Σέ ποιόν ὅμως; Στόν Χριστό. Καί διά τοῦ Χριστοῦ ὁ κάθε χριστιανός ὀρθόδοξος μέσα στήν Ἐκκλησία ὑποταγή - ὑπακοή στόν πνευματικό του ὁδηγό, στούς ἱερούς Κανόνες, στίς ἅγιες ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί ἔτσι θά βρεῖ τήν ἀποκατάσταση καί τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Θά ἀποκτήσει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἐνεργό μέσα του, ὁπότε «οὗ τό Πνεῦμα Κυρίου»[4], ἐκεῖ πού εἶναι τό Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ θά βρεῖ καί τήν ἀληθινή ἐλευθερία.
            Ἑπομένως, ἕνα πρῶτο πού πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε εἶναι ὅτι ἡ ὑπακοή δέν σκλαβώνει, ἡ ὑπακοή στόν Χριστό, ἡ ὑπακοή στίς ἅγιες ἐντολές καί στούς ἱερούς Κανόνες. Ἀντίθετα εἶναι ὁ δρόμος γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία. Ἡ ὑπακοή στόν διάβολο εἶναι αὐτή πού σκλαβώνει. Ἐνῶ ὁ διάβολος μᾶς ἐξαπατᾶ ὅτι θά μποροῦμε νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε, μᾶς κάνει ὑποχειρίους του, ὅταν ὑπακούσουμε σ’ αὐτόν. Ὑποχειρίους στά πάθη, στίς ἄνομες ἐπιθυμίες καί ὁ ἄνθρωπος πραγματικά γίνεται σκλάβος. Νά σᾶς πῶ μιά μορφή σκλαβιᾶς, γιά νά μήν εἴμαστε ἀφηρημένοι. Ἡ μόδα.
-           Ὅποιος ἀκολουθεῖ τή μόδα εἶναι ἐλεύθερος;
            Ὄχι, εἶναι σκλάβος.
            - Γιατί ντύνεσαι ἔτσι, παιδί μου; - Ἔτσι λέει ἡ μόδα. - Μά αὐτό εἶναι ἀντίθετο μέ αὐτό πού λέει ὁ Θεός. - Τί νά κάνουμε;... Ἔτσι λέει ἡ μόδα! Δέν κάνει αὐτό πού θέλει. Κάνει αὐτό πού τοῦ ἐπιβάλλει ἡ μόδα. Σήμερα εἶναι τῆς μόδας ἡ ἀσέβεια καί πολλοί ἄνθρωποι, ἐνῶ θέλουν νά ζήσουν χριστιανικά, ὑποτάσσονται σ’ αὐτή τή μόδα καί ἐμφανίζονται ὡς ἀσεβεῖς. Ἐνῶ προσπαθοῦν νά νηστέψουνε, ὅταν βρεθοῦν σ’ ἕνα περιβάλλον πού ὅλοι καταλύουν, καταλύουν κι αὐτοί, ἐνῶ εἶναι νηστεία. Ὑποκρίνονται τόν ἀσεβῆ. Γιατί; Γιατί, σοῦ λέει, ἄν δέν τό κάνω, θά μέ κοροϊδέψουν, θά μέ εἰρωνευτοῦν, θά μέ ἀπομονώσουν. Θά μείνω μόνος.. καί δέν τό ἀντέχω.
-           Εἶναι ἐλεύθερος αὐτός ὁ ἄνθρωπος;
            Ὄχι, εἶναι σκλάβος στό τί θά ποῦνε οἱ ἄλλοι. Ἐνῶ ἀληθινή ἐλευθερία εἶναι νά κάνεις πραγματικά αὐτό πού θέλεις, πού βλέπεις ὅτι εἶναι τό σωστό. Γι’ αὐτό ἡ ἀληθινή ἐλευθερία βγαίνει μέσα ἀπ’ τήν ὑπακοή καί τήν ὑποταγή στόν Θεό.
            Νά ποῦμε καί μιά ἱστορία γιά νά ξεκουραστοῦμε, ὅπως μᾶς τή λέει ἐδῶ ὁ Εὐεργετινός. «Στόν βίο τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου»[5]Θά δεῖτε ἐδῶ τώρα, ἐπειδή αὐτό τό βιβλίο ἀπευθύνεται καί σέ μοναχούς καί σέ χριστιανούς πού ζοῦν στόν κόσμο, ὅτι ὑπάρχει ἕνα δίπολο -ἄς τό ποῦμε ἔτσι ἁπλά- ὑπακοῆς καί ἡσυχίας. Γιά τόν μοναχό ὑπάρχουνε δύο τρόποι ζωῆς. Νά ζεῖ σ’ ἕνα κοινόβιο, ὁπότε ἔχει συνέχεια μπροστά του ἕναν Γέροντα, στόν ὁποῖο θά πρέπει νά κάνει ὑπακοή. Καί ὑπάρχει κι ἕνας ἄλλος τρόπος, γιά τόν μοναχό, νά ζεῖ μόνος του, σάν ἡσυχαστής. Ὁπότε ὑπάρχει αὐτό τό δίπολο -θά δεῖτε ἐδῶ στόν Εὐεργετινό- καί ἀντιδιαστέλλονται αὐτοί οἱ δύο τρόποι. Καί σοῦ λέει:
-           Τί εἶναι καλύτερα; Νά εἶσαι σ’ ἕνα κοινόβιο πού συνέχεια θά ἔχεις ἕναν Γέροντα πού νά σοῦ λέει, κάνε αὐτό, κάνε ἐκεῖνο.. ἤ νά εἶσαι μόνος σου.. ἐντάξει θά ἔχεις καί τόν πνευματικό σου, ἀλλά δέν θά ἔχεις τόσο αὐστηρή ἐπιτήρηση καί κάθε στιγμή νά ἔχεις νά ρωτᾶς, ἔχει εὐλογία νά τό κάνω αὐτό;.. δέν ἔχει εὐλογία νά τό κάνω αὐτό;
-           Αὐτό θά πεῖτε εἶναι γιά τούς μοναχούς. Ἐμεῖς, γιατί νά τό ξέρουμε καί νά τό μάθουμε αὐτό;
            Ἔχει σημασία καί γιά μᾶς, γιατί ἡ οἰκογένεια, ἄς ποῦμε ἕνα παράδειγμα, εἶναι ἕνα μικρό κοινόβιο, ὅπου καλεῖται ὁ ἕνας νά κάνει ὑπακοή στόν ἄλλον. Νά κόβει τό θέλημά του ὁ σύζυγος στή σύζυγο, καί ἀντίστροφα, ἡ σύζυγος στόν σύζυγο. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος «ὑπακούετε ἀλλήλοις». Ὁπότε βλέπετε, αὐτό πού γίνεται στούς μοναχούς, ἄν τό ἀξιοποιήσουμε, λειτουργεῖ καί σέ μᾶς θεραπευτικά.
            Θά δεῖτε, ὅτι ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες τό λένε αὐτό, ἡ ὑπακοή, ἡ ζωή δηλαδή στό κοινόβιο, εἶναι ἀνώτερη ἀπό τό νά ζεῖς μόνος σου. Σήμερα πάρα πολλοί ἄνθρωποι δέν ἀντέχουν τήν ὑπακοή. Καί τί κάνουν; Διαζύγιο (στήν οἰκογένεια). Σοῦ λέει, χωρίζουμε.
-           Γιατί χωρίζετε;
            Γιατί οὐσιαστικά δέν θέλει νά κάνει ὑπακοή ὁ ἕνας στόν άλλον. Θέλει νά ζεῖ ὁ καθένας ὅπως θέλει. Ὅπως θέλει... χωρίς νά δίνει λογαριασμό σέ κανέναν.
-           Συμφέρει ὅμως αὐτό;
            Δέν συμφέρει πνευματικά, γιατί ἔτσι μένεις ἀθεράπευτος.
            «Ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος, ὅταν πλησίαζε στήν ἀνδρική ἡλικία, κατελήφθη ἀπό τόν ἔρωτα τῆς φιλοσόφου ζωῆς»[6]Γιά τούς Πατέρες ἡ φιλόσοφος ζωή, φιλοσοφημένη ζωή, εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Ἡ ἀληθινή φιλοσοφία εἶναι ἡ κατά Χριστόν ζωή, τό νά ζεῖς σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀληθινή σοφία εἶναι ὁ Χριστός, ἡ τοῦ Θεοῦ Σοφία. Γι’ αὐτό ἔχουμε καί τόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας στήν Κωνσταντινούπολη. Εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή εἶναι ὁ ναός τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ ναός τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἕνας λοιπόν πού ἀγαπάει τή σοφία, εἶναι ἀληθινά φιλόσοφος, εἶναι αὐτός πού ἀγαπάει τόν Χριστό. Βλέπετε, τί ὡραῖα τό λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες!
-           Θέλεις νά εἶσαι ἀληθινά φίλος τῆς σοφίας;
            Ἡ Σοφία εἶναι ὁ Χριστός. Πρέπει νά εἶσαι ἀληθινός χριστιανός, τότε εἶσαι καί ἀληθινός φιλόσοφος καί κάνεις ἀληθινά φιλοσοφημένη ζωή. Ὁ Ἅγιος, λοιπόν, κατελήφθη ἀπό τόν ἔρωτα αὐτό «τῆς φιλοσόφου ζωῆς καί ἐγκατέλειψε τήν πατρίδα του καί ἦλθε στά Ἱεροσόλυμα. Προσκύνησε μέ ἁγιότητα ψυχῆς τά Ἅγια προσκυνήματα καί ἄρχισε πλέον νά τόν ἀπασχολεῖ μόνιμα ἡ σκέψη πῶς νά ἀρχίσει τήν ἔμπρακτη φιλοσοφία», πῶς νά ζήσει αὐτή τήν ἀληθινά φιλοσοφημένη ζωή, τήν χριστιανική ζωή δηλαδή «καί ποιόν ἀπό τούς δυό δρόμους ν’ ἀκολουθήσει, τήν τέλεια ἀπομόνωση καί τόν αὐστηρό ἀναχωρητισμό;», νά πάει τελείως μόνος του;.. «ἤ τήν κοινοβιακή ζωή, μαζί μέ τούς ἄλλους καί νά ἔχουν ὅλοι τόν ἴδιο σκοπό; Ἀλλά τήν κατά μόνας ἡσυχαστική ζωή, ἐπί τοῦ παρόντος τουλάχιστον, δέν ἀποφάσιζε νά δοκιμάσει, γιατί δέν τήν ἔκρινε ἀσφαλῆ, ἐπειδή θεωροῦσε τόν ἑαυτό του τελείως ἄπειρο, γιά νά ἀντιπαλαίει μόνος του πρός τά πνεύματα τῆς πονηρίας»[7]Καί πολύ σωστά...
            «Ἔλεγε, ἐάν ἀπό τούς στρατιῶτες τοῦ κόσμου δέν εὑρίσκεται κανένας τόσο πολύ θρασύς καί τόσο πολύ ἀνόητος, ὁ ὁποῖος, ἄν καί τελείως ἀπειροπόλεμος καί χωρίς καθόλου νά ἔχει ἀσκηθεῖ στά πολεμικά ἔργα, νά τολμήσει ἀμέσως, ἀπό τό στρατόπεδό του, νά ριφθεῖ στό μέσο τῶν ἐχθρῶν, πῶς θά ἦταν δυνατόν ἐγώ, ὁ ὁποῖος ἀκόμη δέν ἔχω γυμνάσει «τά χέρια μου εἰς παράταξιν καί τά δάκτυλά μου εἰς πόλεμον»[8], ὁ ὁποῖος ἀκόμη δέν ἔχω ζωσθεῖ μέ τήν ἐξ ὕψους δύναμη, νά μπορέσω νά ἀντιπαραταχθῶ, κατά μία τοιαύτη συμπλοκή πολύ περισσότερο ἐπικίνδυνη καί γεμάτη θανάσιμες παγίδες, ἐναντίον τῶν ἀρχῶν, τῶν ἐξουσιῶν τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ κόσμου τοῦ αἰῶνος τούτου, ἐναντίον τῶν πνευματικῶν τῆς πονηρίας;»[9].
-           Βλέπετε τί ὡραῖο συλλογισμό κάνει;  Λέει ἕνας, στά πράγματα τοῦ κόσμου, πού εἶναι στρατιώτης, πάει ἀμέσως στό κέντρο τῆς μάχης νά πολεμήσει χωρίς προηγουμένως νά ἀσκηθεῖ στό κέντρο βασικῆς ἐκπαιδεύσεως;  Χωρίς νά μάθει νά χειρίζεται τά ὅπλα τολμάει κανένας νά πάει στήν πρώτη γραμμή;
            Ὄχι, βέβαια. Ἔτσι καί ἐγώ, λέει. Θά πρέπει πρῶτα νά μάθω νά πολεμάω τόν ἐχθρό μαζί μέ τούς ἄλλους, νά ἐκπαιδευτῶ κάνοντας ὑπακοή, νά μάθω τόν τρόπο νά ἀντιμετωπίζω τούς πονηρούς ἐχθρούς, τούς δαίμονες, τούς λογισμούς, τά πάθη, καί μετά θά βγῶ στόν πόλεμο, στήν πρώτη γραμμή, στήν ἡσυχία, ὅπου ἐκεῖ κανείς βεβαίως ἔχει νά ἀντιμετωπίσει τόν διάβολο -θά λέγαμε- πρόσωπο πρός πρόσωπο. Κι ἄν δέν ἔχει ἀσκηθεῖ, μπορεῖ καί νά τρελαθεῖ, νά χάσει καί τό μυαλό του, νά καταληστευθεῖ καί νά φονευθεῖ τελικά πνευματικά.
            «Ἀπομένει λοιπόν», λέει ὁ Ἅγιος, «νά γίνω πρῶτον μαθητής ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποιοι ἔχουν καλῶς ἀσκηθεῖ ἀπό πρίν στούς ἀγῶνες τούς πνευματικούς καί ἀφοῦ γυμνασθῶ ἀπ’ αὐτούς καλά στόν πόλεμο κατά τῶν νοητῶν ἐχθρῶν, τότε νά προσπαθήσω νά δρέψω τούς καρπούς τῆς ἡσυχίας»[10], οἱ ὁποῖοι βέβαια εἶναι γλυκύτατοι, ὅταν κανείς ὅμως ἔχει μάθει νά πολεμάει τόν διάβολο στό κοινόβιο μαζί μέ τούς ἄλλους κάνοντας ὑπακοή σέ Γέροντα. Πρίν λοιπόν γίνεις καθηγητής καί δάσκαλος, πρέπει νά γίνεις μαθητής, νά ταπεινωθεῖς, νά κάνεις ὑπακοή, γιά νά μάθεις τήν τέχνη τοῦ πολέμου.
            «Ἀφοῦ μετά πολλῆς σοφίας ἐσκέφθη ὅλα αὐτά (γιατί μεταξύ τῶν ἄλλων προσόντων -πού εἶχε ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος- εἶχε καί βαθύτατη σύνεση), ἄρχισε ἀμέσως νά ἀναζητεῖ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μέ πολλούς κόπους μελέτησαν τό ἀγαθό, γνωρίζοντας ὅτι ἡ ἀσφαλέστερη μάθηση καί διδασκαλία εἶναι ἐκείνη πού ἀποκτᾶται ἀπό τήν πεῖρα»[11]Προσπάθησε λοιπόν νά βρεῖ καθηγητή, νά βρεῖ πνευματικό ὁδηγό, ὁ ὁποῖος εἶχε μάθει, ὄχι θεωρητικά ἀπό τά βιβλία, ἀλλά στήν πράξη, ἀπό τήν κατά Χριστόν ἄσκηση καί ζωή, τό ἀγαθό, τό καλό, καί τόν τρόπο νά πολεμάει τό κακό, τόν πονηρό.
            «Προσέρχεται λοιπόν καί ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στόν μακάριο Γέροντα Λογγίνο, ὁ ὁποῖος διέφερε πολύ ἀπό τούς πατέρες, πού κατοικοῦσαν μαζί του». Ἦταν πολύ πνευματικός. «Γίνεται ὁμοτράπεζος καί συγκάτοικός του καί εὐχαριστήθηκε πάρα πολύ ἀπό τούς τρόπους του καί τή συμπεριφορά του· τόσο ἑνώθηκε ψυχικά μέ τόν ὅσιο Λογγίνο, ὥστε θά μπορούσαμε νά ποῦμε τό ρητό τοῦ Δαβίδ, προσκολλήθηκε ἡ ψυχή του ὀπίσω αὐτοῦ[12]. Ἐπειδή, ὅπως πολύ ὀρθά λέγουν οἱ παλαιοί, μέ ἐκεῖνον πού συναναστρέφεται καί εὐχαριστεῖται κανείς, πιστεύεται ὅτι εἶναι καί ὅμοιός του»[13] καί σιγά-σιγά μιμεῖται τούς τρόπους του. Γι’ αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία μέ ποιούς συναναστρεφόμαστε.
            Ἄς δοῦμε καί στό Γεροντικό σχετικά μέ τό θέμα τῆς ὑποταγῆς καί τῆς ὑπακοῆς. «Ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος εἶπε, ὅτι ἡ ὑπακοή μέ τήν ἐγκράτεια ἔχει τή δύναμη νά ὑποτάσσει καί τά θηρία ἀκόμα». Ἕνας ἄνθρωπος πού κόβει τό θέλημά του, γιατί αὐτό σημαίνει ὑπακοή, νά κόψεις τό θέλημά σου στό θέλημα τοῦ ἄλλου, ἀλλά καί τό φρόνημά σου, τή μεγάλη ἰδέα, πού συνήθως ὅλοι ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας. Μαζί μέ τήν ἐγκράτεια ἡ ὑπακοή κάνει θαύματα. Καί ἄγρια θηρία ὑποτάσσονται. Ἔχουμε τέτοιες ἱστορίες πάρα πολλές στόν βίο τῶν Ἁγίων. Γιατί ἡ ὑπακοή εἶναι ἐφαρμοσμένη ταπείνωση καί εἶναι μίμηση Χριστοῦ.
            Ἄς θυμηθοῦμε αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τόν Χριστό μας. Λέει, «ὅς», ὁ ὁποῖος, «ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων»[14], ἐνῶ ἦταν καί εἶναι Θεός, «οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ», δέν θεώρησε ὅτι ἔχει αὐτή τήν ἐξουσία, αὐτή τή θέση ἀπό ἁρπαγή, ὅτι τό ἅρπαξε. Ὄχι, εἶναι Θεός κατά φύσιν. Ἦταν καί εἶναι πάντοτε Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τόν Θεό Πατέρα, συνάναρχος, συναιώνιος, ὁμότιμος μέ τόν Θεό Πατέρα. «Οὐχ ἁρπαγμόν ἡγήσατο τό εἶναι ἴσα Θεῷ», ἀλλά τί ἔκανε ἀπό ἀγάπη; «Ἐκένωσε ἑαυτόν μορφήν δούλου λαβών»[15]. Ἄδειασε τόν ἑαυτό Του φαινομενικά, κάλυψε τή δόξα τή θεϊκή πού εἶχε, φόρεσε τήν ἀνθρώπινη φύση καί μᾶς παρουσιάστηκε σάν ἄνθρωπος, σάν ἕνας ἁπλός κοινός ἄνθρωπος, ὅπως ὅλοι μας. Γι’ αὐτό καί πάρα πολλοί Τόν παρεξηγοῦσαν, γιατί δέν πίστευαν καί δέν ἤθελαν νά πιστέψουν καί Τόν ἔβλεπαν σάν ἕναν κοινό ἄνθρωπο. «Μορφήν δούλου λαβών ἐκκένωσε ἑαυτόν»[16] καί ἔγινε σάν ἕνας ἀπό μᾶς. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί σταυρώθηκε καί πέθανε. Πῶς πέθανε; «Γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ»[17]. Κάνοντας ὑπακοή, ὡς ἄνθρωπος τώρα, στόν Θεό Πατέρα.
-           Ποιός κάνει ὑπακοή;
            Ὁ Θεός! Ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος κάνει ὑπακοή στόν Θεό Πατέρα. Γιατί; Γιά νά μᾶς διδάξει καί μᾶς ἀκριβῶς αὐτό τό ἴδιο, ὅτι διά τῆς ὑπακοῆς -πού δέν κάναμε στόν παράδεισο- θά κερδίσουμε τόν παράδεισο. Κι αὐτό πού δέν ἔκανε ὁ Ἀδάμ, τό κάνει τώρα ὁ Χριστός, ὁ νέος Ἀδάμ, καί ὅποιος ἑνώνεται μέ τόν Χριστό, διά τῆς ὑπακοῆς, νικάει τόν θάνατο, νικάει τή φθορά, νικάει τήν ἁμαρτία, νικάει τόν διάβολο καί ὄχι ἁπλῶς γυρίζει - ἐπιστρέφει στήν κατάσταση πού ἦταν ὁ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση, ἀλλά πηγαίνει στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἐκεῖ πού θά ἔφτανε ὁ Ἀδάμ ἄν ἔκανε ὑπακοή. Χάσαμε διά τῆς παρακοῆς; Διά τῆς ὑπακοῆς ξανακερδίζουμε, καί ὄχι μόνο, προχωρᾶμε καί φτάνουμε ἐκεῖ πού θά φτάναμε, ἐάν δέν κάναμε παρακοή. Διά τοῦ Χριστοῦ τώρα.
            «Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν εἶπε, ὅτι κάποτε κάποιος ρώτησε τόν ἀββᾶ Παΐσιο: τί νά κάνω, πού ἡ ψυχή μου εἶναι ἀναίσθητη καί δέν φοβεῖται τόν Θεό;». Δέν ἔχω φόβο Θεοῦ μέσα μου. Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ λαός, εἶναι ἀθεόφοβος αὐτός. «Ὁ ἀββᾶς Παΐσιος τοῦ ἀπάντησε: πήγαινε, προσκολλήσου σ’ ἕναν ἄνθρωπο, πού φοβεῖται τόν Θεό. Μέ τήν συναναστροφή σου μέ ἐκεῖνον θά μάθεις κι ἐσύ ἀπό αὐτόν νά φοβᾶσαι τόν Θεό»[18]Πολύ σημαντικό αὐτό! Νά συναναστραφεῖς μέ ἄνθρωπο πού φοβᾶται τόν Θεό. Κάνεις γάμο, θέλεις νά κάνεις οἰκογένεια.
-           Ποιόν θά ἐπιλέξεις; Ποιά θά ἐπιλέξεις;
            Θά πρέπει νά βρεῖς ἄνθρωπο πού νά φοβᾶται τόν Θεό, ὥστε κι ἐσύ κοντά σ’ αὐτόν νά κολλήσεις, νά μάθεις κι ἐσύ νά φοβᾶσαι τόν Θεό. Μέ τήν καλή ἔννοια ἐννοεῖται.. δηλαδή νά Τόν σέβεσαι, νά κάνεις ὑπακοή στίς ἐντολές Του.
            «Ὁ ἀββᾶς Ἡσαΐας ἔλεγε πρός τούς ἀρχαρίους, πού ἦταν ὑποτακτικοί ἁγίων Πατέρων, ὅτι ἡ πρώτη βαφή δέν ξεθωριάζει ὅπως συμβαίνει μέ τήν πορφύρα καί ὅπως ἀκριβῶς τά τρυφερά κλαδιά μέ εὐκολία λυγίζουν καί γέρνουν, τοιουτοτρόπως καί οἱ ἀρχάριοι πού βρίσκονται σέ ὑποταγή»[19]Θά πρέπει δηλαδή κανείς, ξεκινώντας τήν πνευματική ζωή, νά κάνει ὑποταγή, νά κάνει ὑπακοή σέ πνευματικό ὁδηγό καί ὄχι ἁπλῶς νά διαβάζει βιβλία. Καί αὐτό, λέει, δέν ξεθωριάζει ποτέ. Ὅταν στήν ἀρχή ξεκινήσεις σωστά τήν πνευματική ζωή, αὐτό θά τό ἔχεις πάντα, ὅπως ἡ πρώτη βαφή καί ὅπως τά τρυφερά κλαδιά, τά ὁποῖα λυγίζουν - γέρνουν μέ εὐκολία καί παίρνει μετά τό κλαδί τήν κατεύθυνση πού θέλουμε νά πάρει. Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά προσέξει πολύ, νά βάλει γερά θεμέλια στήν πνευματική του ζωή καί ν’ ἀρχίσει μέ ἀκρίβεια τήν ὑπακοή σέ πνευματικό ὁδηγό.
            «Ὁ ἀββᾶς Μωυσῆς εἶπε σέ κάποιον ἀδελφό: ἔλα, ἀδελφέ μου, στήν ὑπακοή τῆς ἀληθείας ὅπου ὑπάρχει ταπείνωσις, ὅπου ὑπάρχει δύναμις, ὅπου ὑπάρχει χαρά, ὅπου ὑπάρχει ὑπομονή, ὅπου ὑπάρχει μακροθυμία, ὅπου ὑπάρχει φιλαδελφία, ὅπου ὑπάρχει κατάνυξις, ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη· γιατί ἐκεῖνος πού ἔχει τέλεια ὑπακοή ἔχει ἐφαρμόσει ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ»[20]Ἄν κάνεις ὑπακοή δηλαδή, ἀποκτᾶς σύν τῷ χρόνῳ ὅλες τίς ἀρετές. Γιατί; Γιατί διά τῆς ὑπακοῆς, πού εἶναι ἐφαρμοσμένη ταπείνωση, δεσμεύεται ὁ Θεός, εἶναι «ὑποχρεωμένος» ὁ Θεός νά σέ βοηθήσει, ἀφοῦ ὁ Ἴδιος ἔχει ὑποσχεθεῖ «στούς ταπεινούς δίνω χάρη»[21]. Ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος κάνοντας ὑπακοή, ταπεινώνεται. Εἶναι ἡ πιό μεγάλη ταπείνωση.
-           Ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη ταπείνωση γιά τόν ἄνθρωπο;
            Νά μήν κάνει αὐτό πού θέλει, νά ρωτήσει. Ὁ σύζυγος τή σύζυγο, τώρα τί λές νά κάνουμε; Ἐνῶ ὁ νοῦς του τοῦ λέει, αὐτό νά κάνεις. Ὄχι, τό κόβει τό θέλημά του καί λέει νά ρωτήσω, νά δῶ τί θά μοῦ πεῖ ἡ σύζυγος. Αὐτό εἶναι ἡ μέγιστη ταπείνωση κι αὐτό ἑλκύει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μετά σοῦ δίνει πάρα πολλή Χάρη καί σοῦ δίνει καί ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές. Ἐπειδή ἀκριβῶς δέν ἐμπιστεύεσαι τή φρόνησή σου, δέν θεωρεῖς τόν ἑαυτό σου σοφό, σπουδαῖο, ἀλλά ρωτᾶς. Τό ἴδιο καί ἡ σύζυγος τόν σύζυγο κ.λ.π. Ἤ στήν πνευματική ζωή πάλι, σοῦ λέει ὁ λογισμός νά κάνεις αὐτό. Ὄχι, θά ρωτήσω τόν πνευματικό, νά πάρω εὐλογία.
-           Ξέρετε τί σημαντικό πράγμα εἶναι αὐτό;
            Καί ὁ Θεός, ἐπειδή βλέπει τή δική σου ταπείνωση, δίνει τή φώτιση στόν πνευματικό νά σοῦ πεῖ ἀκριβῶς αὐτό πού πρέπει νά κάνεις. Μπορεῖ ὁ πνευματικός νά μήν εἶναι καί τόσο διακριτικός καί τόσο σοφός κ.λ.π. Δέν ἔχει σημασία. Ἐπειδή ἐσύ ταπεινώνεσαι, ὁ πνευματικός θά σοῦ πεῖ τό σωστό. Θά πάρεις τήν ἀπάντηση. Γιατί ὁ Θεός βλέπει τήν ταπείνωσή σου καί τόν φωτίζει.
            «Κάποτε τέσσερις ἀδελφοί ἀπό κάποια σκήτη ἦλθαν πρός τόν Μεγάλο Παμβώ, φοροῦντες ὡς ἐνδύματα δέρματα ζώων». Ἦταν δηλαδή πολύ ἐνάρετοι, ἀσκητικοί, ὅπως καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Φοροῦσαν γιά ἐνδύματα δέρματα ζώων. «Καί ὁ καθένας ἀπό αὐτούς φανέρωσε στόν Παμβώ -τόν μεγάλο αὐτόν γέροντα- τήν ἀρετή τοῦ ἄλλου», ὄχι τή δική του. «Ὁ ἕνας νήστευε πολύ». Ἦταν ἡ πιό μεγάλη του ἀρετή. «Ὁ ἄλλος ἦταν τελείως ἀκτήμων». Δέν εἶχε τίποτε. «Ὁ τρίτος ἀπέκτησε πολλή ἀγάπη καί ὁ τέταρτος γιά εἴκοσι δύο συνεχῆ χρόνια βρισκόταν στήν ὑπακοή ἑνός Γέροντος. Ἀφοῦ λοιπόν τούς ἄκουσε ὁ ἀββᾶς Παμβώ τούς εἶπε: - Σάς διαβεβαιώνω, ὅτι ἡ ἀρετή τοῦ τέταρτου εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τίς ἀρετές τῶν ἄλλων», αὐτοῦ δηλαδή πού εἶχε ὑπακοή. «Γιατί ὁ καθένας ἀπό σᾶς τήν ὁποιαδήποτε ἀρετή ἀπέκτησε, ἀλλά εἶχε καί τό θέλημά του. Αὐτός ὅμως -ὁ τέταρτος- ἔκοψε τό θέλημά του καί ἐκτελεῖ τό θέλημα τοῦ ἄλλου καί διά τοῦτο εἶναι ἀνώτερος ἀπό σᾶς. Αὐτοί οἱ ὁποῖοι ὑπακούουν εἶναι ὁμολογηταί, ἐφόσον φυλάξουν τήν ὑπακοή μέχρι τέλους»[22]Βλέπετε πόσο σημαντικό πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή! Γι’ αὐτό καί ὁ γάμος εἶναι δρόμος γιά τήν τελειότητα. Ὅταν λειτουργεῖ σωστά καί ὁ ἕνας κάνει ὑπακοή στόν ἄλλον, εἶναι ὁμολογητής. Βλέπετε πῶς λέει ἐδῶ; Κορυφαῖος δηλαδή ἅγιος ἀναδεικνύεσαι, ὅταν ζεῖς σωστά τό μυστήριο τοῦ γάμου, τό ὁποῖο ἔχει ἀναφορά στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία[23], ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὅπως ἡ Ἐκκλησία ὑποτάσσεται πάντα στόν Χριστό, ἔτσι καί ἡ γυναίκα στόν ἄνδρα -φυσικά καί ὁ ἄνδρας στή γυναίκα, γιατί ἰσχύει τό «ὑπακούετε ἀλλήλοις»- καί ὅταν καί οἱ δυό ζοῦνε μέσα στό μυστήριο αὐτό τῆς ὑπακοῆς, τελειοποιοῦνται μέσα σ’ αὐτόν τόν τρόπο ζωῆς.
            «Ὁ ἀββᾶς Ροῦφος εἶπεὅτι αὐτός ὁ ὁποῖος κάθεται στήν ὑπακοή τοῦ πνευματικοῦ πατρός ἔχει περισσότερο μισθό ἀπό ἐκεῖνον, πού μόνος του παραμένει ὡς ἀναχωρητής στήν ἔρημο»[24]Βλέπετε, οἱ Ἅγιοι Πατέρες δίνουν τά πρωτεῖα στό κοινόβιο, στήν κοινοβιακή ζωή καί ὄχι στόν μονήρη βίο, ὁ ὁποῖος εἶναι καί ἐπικίνδυνος. Γι’ αὐτό λέει ἡ Γραφή «οὐαί τῷ ἑνί»[25], ἀλλοίμονο στόν ἕνα... Καί χρειάζεται νά ἔχεις κάποιες προϋποθέσεις. Νά ἔχεις περάσει ἀπ’ τήν ὑπακοή, νά ἔχεις ἀσκηθεῖ στή νοερά προσευχή, νά τήν ἔχεις κτῆμα σου τή νοερά προσευχή καί μετά μέ εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ σου καί χωρίς -ἐννοεῖται- νά τόν ἐγκαταλείψεις, ἀλλά θά τόν ἐπισκέπτεσαι καί θά ἐξομολογεῖσαι κάθε τόσο, ὅσο θά σοῦ ὁρίσει ἐκεῖνος. Ὁπωσδήποτε ὅμως εἶναι ἀνώτερος ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος κόβει κάθε στιγμή τό θέλημά του.
            «Ὁ ἴδιος ἀββᾶς», ὁ ἀββᾶς Ροῦφος, «ἔλεγε στούς μαθητές του ὅσα τοῦ διηγήθηκε ἕνας ἀπό τούς Πατέρες. Ἀνηρπάγην -ἐξιστορεῖ ὁ Πατήρ πρός τόν ἀββᾶ- εἰς τόν οὐρανό καί εἶδα τέσσερις κατηγορίες ἀνθρώπων. Ἡ πρώτη κατηγορία ἦταν ἕνας ἄρρωστος, ὁ ὁποῖος ὅμως εὐαρεστοῦσε στόν Θεό». Μιά κατηγορία ἀνθρώπων, τό νά εἶσαι ἄρρωστος καί νά κάνεις ὑπομονή, νά μή γογγύζεις, νά μήν τά βάζεις μέ τόν Θεό, νά λές «δόξα σοι ὁ Θεός». «Ἡ δεύτερη κατηγορία ἦταν ἐκεῖνος πού φιλοξενεῖ τούς ἀδελφούς, τούς ὑποδέχεται μετά προθυμίας καί τούς περιποιεῖται». Εἶναι ὁ ἄνθρωπος τῆς φιλοξενίας, τῆς ἀγάπης. «Ἡ τρίτη κατηγορία ἦταν ἐκεῖνος πού ζεῖ εἰς τήν ἔρημο μόνος του καί δέν βλέπει κανέναν ἄνθρωπο». Γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ ἀπομονώνεται καί προσεύχεται συνέχεια. «Καί ἡ τέταρτη κατηγορία ἦταν ἐκεῖνος πού ὑπακούει θεληματικά σέ πνευματικό πατέρα καί ὑποτάσσεται σ’ αὐτόν σέ ὅλα χάριν τοῦ Κυρίου»[26]Κάνει ὑπακοή.
            «Ἀπό τίς τέσσερις αὐτές κατηγορίες ἀνθρώπων ὁ τέταρτος, δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τῆς ὑπακοῆς, φοροῦσε χρυσό περιδέραιο καί εἶχε περισσότερη δόξα ἀπό τούς ἄλλους. Μόλις εἶδα ἐγώ τή δόξα αὐτή -συνέχισε ὁ ἀββᾶς- ρώτησα τόν ὁδηγό μου: - Πῶς αὐτός ὁ μικρότερος ἔχει τήν περισσότερη ἀπό τούς ἄλλους δόξα;». Καί ἀπό αὐτόν πού κάνει ὑπομονή στήν ἀρρώστια του καί ἀπό αὐτόν πού εἶναι φιλόξενος καί ἀπ’ αὐτόν πού ζεῖ μόνος του καί εἶναι ἡσυχαστής καί ἀσκητής κ.λ.π.; «Καί ὁ ὁδηγός μου μοῦ ἀπάντησε: - Ἐπειδή αὐτός πού ἀσκεῖ τή φιλοξενία καί ὁ ἀναχωρητής στήν ἔρημο μέ τήν θέλησή τους ἐξέλεξαν αὐτές τίς ἀρετές. Ὁ ὑποτακτικός ὅμως ἐγκατέλειψε ὅλα τά θελήματά του καί ἐξαρτᾶται πλήρως ἀπό τόν Θεό καί τόν πνευματικό του πατέρα. Γι’ αὐτή λοιπόν τήν αὐταπάρνηση ἔχει δοξασθεῖ αὐτός περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους»[27]Βλέπετε, πῶς ὁ ὑποτακτικός ἐφαρμόζει ἀκριβῶς τήν προτροπή τοῦ Κυρίου: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»[28]. Βλέπετε; Ἡ προϋπόθεση πού θέτει ὁ Θεός εἶναι ἡ αὐταπάρνηση.
-           Καί τί σημαίνει νά ἀρνηθῶ τόν ἑαυτό μου;
            Νά κάνω ὑπακοή. Γιατί κυρίως ἑαυτός μας εἶναι οἱ ἐπιθυμίες μας, τά θελήματά μας. Θέλω νά κάνω αὐτό! Καί τό μικρό παιδί, θέλω, θέλω.. σοῦ λέει, ἀφοῦ τό θέλω.. καί φωνάζει. Καί ἀλλοίμονο ἄν δέν τοῦ τό κάνεις. Ἄν ἔχει μάθει δηλαδή νά τοῦ τό κάνεις μέχρι τότε τό θέλημα, ἐξανίσταται καί μπορεῖ νά χαλάσει τόν κόσμο μέ τίς φωνές. Λοιπόν, ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ἡ μεγάλη μας ἀρρώστια καί τό μέγα μας ἐμπόδιο γιά νά κοινωνήσουμε μέ τόν Θεό, τό θέλημά μας. Καί ἀκριβῶς αὐτό πρέπει νά πέσει. Αὐτό εἶπε ὁ Χριστός, νά πάψετε δηλαδή νά ζεῖτε μέ τά θελήματά σας, μέ τίς ἐπιθυμίες σας. Ἐνῶ βλέπετε ὁ κόσμος, ἡ κοσμική μόρφωση, ἡ κοσμική παιδεία, ὅλα σέ σπρώχνουν στό νά ὀνειρεύεσαι.
-           Ποιό εἶναι τό ὄνειρό σου;.. Τί θέλεις παιδί μου νά γίνεις;..
            Καλλιεργοῦμε συστηματικά δηλαδή στά παιδιά μας -ἐμᾶς μᾶς τά καλλιέργησαν οἱ προηγούμενοι- τί; Τά θελήματα! Καί μαθαίνουμε νά θέλουμε. Ἐνῶ ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς μας εἶναι νά μάθουμε νά μή θέλουμε, νά ἔχουμε αὐταπάρνηση. Βλέπετε πόσο λάθος τά κάνουμε τά πράγματα… Κι ἔτσι γινόμαστε δυστυχισμένοι ἀπό πολύ μικροί, γιατί μαθαίνουμε νά θέλουμε, καί ἐκεῖνα πού θέλουμε 99% εἶναι ἀντίθετα μέ αὐτά πού θέλει ὁ Θεός, νά μήν ποῦμε 100%! Γιατί εἴμαστε ἄρρωστοι. Γεννιόμαστε ἄρρωστοι, μέ πάθη πολλά, καί τί θέλουμε; Θέλουμε αὐτά πού μᾶς λένε τά πάθη μας, αὐτά πού μᾶς λέει ὁ διάβολος, αὐτά πού εἶναι γιά τήν καταστροφή μας. Θέλουμε τελικά τήν αὐτοκτονία μας… Καί ἐπειδή ὁ Χριστός -εὐτυχῶς- δέν μᾶς κάνει αὐτά τά ἄρρωστα θελήματά μας, μετά λυπούμαστε στενοχωριόμαστε καί λέμε, εἶμαι δυστυχισμένος.. τίποτα δέν μοῦ πάει καλά.. Βλέπετε; Ἐνῶ ἡ αἰτία εἶναι σέ μᾶς, γιατί δέν ἀκοῦμε τήν προτροπή τοῦ Χριστοῦ πού λέει «ἀπαρνήσου τά θελήματά σου», γιατί αὐτό σημαίνει τό «ἀπαρνήσου τόν ἑαυτό σου». Ἀπαρνήσου αὐτά πού θέλεις, αὐτά πού ἀγαπᾶς, αὐτά πού ὀνειρεύεσαι καί πές: τί θέλει ὁ Χριστός. Νά βρῶ, νά μάθω, τί θέλει ὁ Χριστός ἀπό μένα, ὄχι τί θέλω ἐγώ. Ἐγώ δέν θέλω τίποτα. Ἐξάλλου στό Πάτερ ἡμῶν τό λέω, ἀλλά δέν καταλαβαίνω τί λέω. Λέω στόν Χριστό νά γίνει τό θέλημά Του. Ποῦ; Στή ζωή μου. Στήν πράξη ὅμως; Στενοχωριέμαι. Γιατί; Γιατί δέν γίνεται τό θέλημα τό δικό μου καί ὄχι τοῦ Χριστοῦ.
            Αὐτός λοιπόν πού κάνει ὑπακοή, ἔχει αὐταπάρνηση καί γι’ αὐτό ἀκριβῶς ἀρέσει στόν Χριστό. Καί γι’ αὐτό δοξάζεται καί περισσότερο ἀπ’ ὅλους. Καί βλέπετε ὅτι αὐτή τήν ἀποκάλυψη τήν ἔκανε ὁ Θεός στόν ἀββᾶ Ροῦφο. Αὐτό ὅλο πού διαβάσαμε εἶναι μιά ἀποκάλυψη. Αὐτό, θά πεῖτε, ἔγινε σέ ἐκεῖνον. Καί διά ἐκείνου σέ ὅλη τήν Ἐκκλησία. Δείχνει δηλαδή ὁ Χριστός μας καί μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων τί σημαίνουν τά λόγια Του. Γιατί κανείς ὅταν πάρει τό Εὐαγγέλιο, δέν θά τά καταλάβει ὅλα ὅσα λέει ὁ Χριστός.
            Νά, ἀκοῦμε αὐτόν τόν λόγο «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν». Τί σημαίνει αὐτό; Δέν μπορεῖς νά τό καταλάβεις. Νά ἐδῶ πάλι, ὁ Χριστός τό ἐξήγησε σ’ αὐτόν τόν Ἅγιο. Καί τοῦ εἶπε, ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ σου εἶναι νά ἀπαρνηθεῖς τά θελήματά σου. Αὐτό θέλω ἀπό τούς ἀνθρώπους, νά μήν ἔχουν δικά τους θελήματα. Μά θά πεῖς:
-           Τότε γιατί μᾶς ἔδωσε τή θέληση καί τή βούληση καί μετά μᾶς λέει νά μήν ἔχουμε κανένα θέλημα;
            Μᾶς τήν ἔδωσε τή θέληση καί τή βούληση, γιά νά θέλουμε Ἐκεῖνον. Γιά νά ἔχουμε ὅλα τά θελήματά μας συνοψισμένα σέ ἕνα, στόν Θεό, στήν ἀγάπη μας γιά τόν Θεό. Θεέ μου, Χριστέ μου, Ἐσένα θέλω καί ὅ,τι Ἐσύ θέλεις. Τό ἴδιο καί τίς ἄλλες δυνάμεις τῆς ψυχῆς μας.
-           Γιατί μᾶς ἔδωσε τόν νοῦ; Γιά νά χανόμαστε μέσα σέ περιπλανήσεις, σκέψεις, λογισμούς κ.λ.π.;
            Ὄχι. Γιά νά τόν κατευθύνουμε στόν Θεό καί νά τόν ἑνώνουμε μέ τόν Θεό καί νά σκεφτόμαστε Ἐκεῖνον καί μόνο Ἐκεῖνον.
-           Γιατί μᾶς ἔδωσε καί τό αὐτεξούσιο καί τήν ἐλευθερία; Γιά νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε -συγγνώμη- ὅ,τι μᾶς κατεβάζει τό μυαλό μας;
            Ὄχι. Γιά νά πηγαίνουμε τήν ἐλεύθερη βούλησή μας σ’ Αὐτόν. Γιατί δέν ἤθελε ὁ Θεός νά μᾶς ἐξαναγκάσει. Μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά Τοῦ ποῦμε ὄχι. Δέν μᾶς συμφέρει ὅμως. Θέλει ἐλεύθερα καί ἀγαπητικά, αὐτοπροαίρετα νά Τόν πλησιάζουμε καί νά Τόν λατρεύουμε καί νά Τόν ἀγαπᾶμε. Ἄν ἤμαστε ἀναγκασμένοι νά εἴμαστε καλοί, δέν θά ἤμαστε εἰκόνες Του. Θά ἤμαστε ρομποτάκια, ἕν δυό, ὅλοι στόν παράδεισο.. Δέν θέλει ἔτσι ὁ Θεός. Μᾶς θέλει νά εἴμαστε μαζί Του καί ἡ χαρά Του εἶναι νά εἶναι μαζί μας, ἀλλά θέλει νά τό κάνουμε ἐλεύθερα. Νά πηγαίνουμε κοντά Του καί νά Τόν ἀγαπᾶμε ἐλεύθερα.
            Ὅλες λοιπόν τίς δυνάμεις, πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός, δέν μᾶς τίς ἔδωσε γιά νά τίς σπαταλᾶμε στά δικά μας θελήματα, ἀλλά νά τίς δίνουμε στόν Χριστό. Τότε λειτουργοῦμε σωστά καί τότε χαιρόμαστε ἀληθινά καί γινόμαστε μακάριοι.
            «Ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος εἶπε», εἶναι ὅλα ἀπό τό Γεροντικό αὐτά πού διαβάζουμε καί ξέρουμε στό Γεροντικό ἔχουν ἀποθησαυριστεῖ οἱ διδασκαλίες τῶν Πατέρων, κυρίως τῆς ἐρήμου, οἱ ὁποῖοι σάρκωσαν - ἐφάρμοσαν τήν Ἁγία Γραφή στή ζωή τους καί μᾶς καταθέτουν τήν ἐμπειρία τους. Εἶπε λοιπόν ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος: «ἡ ὑπακοή εἶναι ὁ πολύτιμος θησαυρός τοῦ μοναχοῦ» καί τοῦ κάθε χριστιανοῦ. «Ὁ μοναχός, πού ἔχει ἀποκτήσει τήν ὑπακοή, θά εἰσακουσθεῖ ἀπό τόν Θεό καί μέ παρρησία θά σταθεῖ κοντά στόν Ἐσταυρωμένο, γιατί καί ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος ὑπήκουσε μέχρι θανάτου»[29]ὡς ἄνθρωπος.
-           Γιατί ἀνέβηκε στόν σταυρό ὁ Χριστός;
            Ἀπό ὑπακοή. Θυμηθεῖτε στή Γεθσημανῆ, τί ἔλεγε στόν Θεό Πατέρα; «Ἄν εἶναι δυνατόν νά μήν πιῶ τό πικρό αὐτό ποτήρι»[30].
-           Ἀλλά στό τέλος τί εἶπε;
            «Οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ’ ὡς σύ»[31]. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὡς ἄνθρωποι, μπορεῖ λίγο νά δειλιάζουμε μπροστά στόν κόπο, στόν πόνο, στόν θάνατο. Ἀλλά νά πεῖς στό τέλος, Θεέ μου, δέν μοῦ ἀρέσει αὐτό, ἀλλά ἄν θέλεις Ἐσύ θά τό πιῶ κι αὐτό τό πικρό ποτήρι, γιατί σίγουρα εἶναι γιά τό καλό μου.
            «Δύο σαρκικοί ἀδελφοί ἦλθαν κάποτε νά κατοικήσουν σ’ ἕνα Μοναστήρι. Ὁ ἕνας ἦταν ἀσκητής», προτίμησε νά ζεῖ μόνος του. «Ὁ ἄλλος προτίμησε τήν ὑπακοή. Μέ τόση προθυμία ὑπήκουε στόν πνευματικό του Πατέρα, ὥστε ὅσα τοῦ ἔλεγε τά ἐκτελοῦσε ἀδιάκριτα. Πολλές φορές τοῦ ἔλεγε τό πρωί· φάε, καί ἔτρωγε»[32]Ἐνῶ οἰ μοναχοί προσπαθοῦν νά μήν τρῶνε τό πρωί, ὅταν εἶναι μάλιστα ἡμέρα νηστείας, νά κάνουν τή λεγόμενη ἐνάτη, νά φᾶνε μετά τίς τρεῖς τό μεσημέρι. Ὁ Γέροντας, γιά νά τόν δοκιμάσει, τοῦ ἔλεγε, νά φᾶς τό πρωί, γιά νά δεῖ ἄν εἶχε ὑπακοή. Κι ἐκεῖνος ἔτρωγε.
            «Ἄλλοτε πάλι, μή φᾶς μέχρι τό βράδυ· καί δέν ἔτρωγε. Καί, ἐν γένει, ὅ,τι διετάσσετο, τό ἐκτελοῦσε μέ χαρά. Γι’ αὐτή του τήν ὑπακοή δοξαζόταν ἀπό ὅλους τούς μοναχούς τοῦ Μοναστηριοῦ»[33]Προσέξτε τώρα μιά διευκρίνηση. Ἀδιάκριτη ὑπακοή δέν σημαίνει νά σοῦ πεῖ μιά ἁμαρτία καί νά τήν κάνεις. Αὐτό πού τοῦ ἔλεγε, νά φάει τό πρωί, δέν ἦταν ἁμαρτία ἤ νά μή φάει μέχρι τό βράδυ. Ὑπακοή εἶναι στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ διά τοῦ πνευματικοῦ μας. Ὅταν λοιπόν ὑπάρχει μία ἐντολή, ἡ ὁποία εἶναι ἀντίθετη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ φυσικά δέν πρέπει νά κάνεις ὑπακοή. Καί ὑπάρχουν καί δύο βαριές καταστάσεις πού φεύγεις καί χωρίς νά πάρεις εὐλογία. Ὅταν ὁ γέροντάς σου εἶναι ἀνήθικος καί σέ προτρέπει σέ ἀνηθικότητα μέ τή στενή ἔννοια τοῦ ὅρου, ἤ εἶναι αἱρετικός καί σέ προτρέπει κι ἐσένα νά γίνεις αἱρετικός. Τότε σηκώνεσαι καί φεύγεις χωρίς εὐλογία. Γιά νά μήν παρεξηγήσουμε τήν ἔννοια τῆς ἀδιάκριτης ὑπακοῆς. Ὅταν ὅμως εἶναι κάτι πού εἶναι θέμα ἄσκησης, εἶναι κάτι καθημερινό, ἐκεῖ ὀφείλεις νά κάνεις ὑπακοή καί δέν βλάπτεσαι.        
            Ἦρθε λοιπόν ὁ ἀδελφός αὐτός σέ μία πολύ καλή κατάσταση, ἐπειδή ἔκανε αὐτή τήν ἀδιάκριτη ὑπακοή στά πλαίσια πού εἴπαμε. «Καί δοξαζόταν γι’ αὐτό ἀπό ὅλους τούς μοναχούς τοῦ Μοναστηριοῦ», γιατί δέν εἶναι καί εὔκολο πράγμα. «Βλέποντας αὐτά ὁ σαρκικός ἀδελφός του, ὁ ἀσκητής, φθόνησε καί εἶπε μέσα του, θά τόν δοκιμάσω ἐάν ἔχει πραγματική ὑπακοή. Ἦλθε λοιπόν στόν Ἡγούμενο καί τοῦ λέει: στείλε τόν ἀδελφό μου μαζί μου, νά πᾶμε κάπου, πού εἶναι ἀνάγκη. Ὁ Ἡγούμενος ἐπέτρεψε στόν ὑποτακτικό του νά φύγει. Μόλις λοιπόν οἱ δύο ἀδελφοί ἔφθασαν στόν ποταμό, πού ἦταν γεμάτος κροκοδείλους, λέει ὁ ἀσκητής στόν ἀδελφό του, κατέβα στό ποτάμι καί πέρασε»[34]πού ἦταν θανάσιμος κίνδυνος, ἀφοῦ τό ποτάμι ἦταν γεμάτο κροκοδείλους.
            «Ὁ ὑπήκοος κατέβηκε. Καί ἦλθαν οἱ κροκόδειλοι καί ἔγλειφαν τό σῶμα του χωρίς καθόλου νά τόν πειράξουν». Εἶναι αὐτό πού εἶπε προηγουμένως ὁ ἄλλος ἀββᾶς, ἡ ὑπακοή μαζί μέ τήν ἐγκράτεια ὑποτάσσει καί τά ἄγρια θηρία. Ξέρετε, τά θηρία δέν ἦταν ἄγρια. Ἔγιναν ἄγρια, μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό στόν παράδεισο ὁ Ἀδάμ κυριαρχοῦσε ἐπάνω σ’ ὅλα τά ζῶα καί τούς ἔδινε ὀνόματα. Τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή, περνοῦσαν ὅλα μπροστά του καί τούς ἔδινε ὀνόματα[35].
-           Πότε ἀγρίεψαν τά ζῶα;
            Ὅταν ἐπιτέθηκε ὁ ἄνθρωπος μέ τήν παρακοή στόν Δημιουργό του, στόν Κύριό του, ὁπότε καί τά ζῶα στόν κύριό τους, στόν ἄνθρωπο. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος μετανοήσει καί ἀποκαταστήσει τή σχέση του μέ τόν Κύριό του, δηλαδή ἐπανέλθει στήν ὑπακοή μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου του καί τά ζῶα τότε ἐπανέρχονται στήν ὑπακοή τους στόν ἄνθρωπο.
            Γι’ αὐτό οἱ κροκόδειλοι δέν τόν πείραζαν. Γιατί αὐτός ἔκανε ὑπακοή στόν Κύριό του, στόν Χριστό. Ἄν ἦταν κανένας ἀνυπάκουος, θά τόν εἶχαν κάνει ἕναν πολύ ὡραῖο μεζέ! Θά εἶχαν κάνει πολύ ὡραῖο φαγητό οἱ κροκόδειλοι!
            «Ὅταν -λοιπόν- εἶδε αὐτό ὁ ἀσκητής», ὁ προκομμένος ὁ ἀδελφός του, ὁ φθονερός, ἐθαύμασε φυσικά καί «τοῦ εἶπε· ἀνέβα ἀπό τό ποτάμι. Καί ἀνέβηκε χωρίς νά πάθει τίποτε. Βαδίζοντες μετά, βρίσκουν στόν δρόμο πεσμένο ἕνα νεκρό γυμνό καί εἶπε ὁ ἀσκητής· νά εἴχαμε κανένα παλαιό ροῦχο νά τόν σκεπάσουμε -τόν ἄνθρωπο- τόν νεκρό. Καί ἀπάντησε ὁ ἀδελφός· ἄς προσευχηθοῦμε καλύτερα, μήπως μᾶς ἀκούσει ὁ Θεός καί ἀναστηθεῖ». Βλέπετε τήν ἁπλότητα τοῦ ὑποτακτικοῦ! «Καί ἄρχισαν νά προσεύχονται. Μετά τήν προσευχή, ἀναστήθηκε ὁ νεκρός. Ὁ ἀσκητής ἐκαυχᾶτο καί ἔλεγε ὅτι χάρη στήν ἄσκησή μου ἀναστήθηκε ὁ νεκρός.
            Ὁ Θεός ἐφανέρωσε ὅλα αὐτά τά γεγονότα στόν Ἡγούμενο τοῦ Μοναστηριοῦ. Ὅταν λοιπόν ἐπέστρεψαν στό Μοναστήρι, λέει ὁ Ἡγούμενος πρός τόν ἀσκητή: Γιατί μέ τόσο ἐπικίνδυνο τρόπο ἐπεδίωξες νά δοκιμάσεις τόν ἀδελφό σου στόν ποταμό;», τόν ἔριξες σέ τόσο μεγάλο κίνδυνο; Δέν ἦταν σωστό αὐτό πού ἔκανε, νά ρίξει τόν ἀδελφό του, μέ τήν προτροπή του, σέ θανάσιμο κίνδυνο, γιά νά δεῖ ἄν ἔχει ὑπακοή. «Μάθε λοιπόν, ὅτι γιά τήν ὑπακοή του ἀναστήθηκε ὁ νεκρός»[36]Τοῦ δίνει ἀπάντηση καί στά δυό γεγονότα. Τόν ἐλέγχει, γιατί ἔβαλε τόν ἀδελφό του σέ κίνδυνο, καί τοῦ λέει, κοιμᾶσαι.. δέν εἶσαι ἐσύ πού τόν ἀνέστησες.. ὁ ἀδελφός σου γιά τήν ὑπακοή του, ἡ ὁποία εἵλκυσε καί ἑλκύει τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἄκουσε τήν προσευχή του ὁ Θεός καί ἀνέστησε τόν νεκρό. Βλέπετε πόσο σπουδαῖο πράγμα εἶναι ἡ ὑπακοή!
            «Ὁ ἀββᾶς Ποιμένας εἶπε· «μή μετρᾶς τά κατορθώματά σου - προσκολλήσου καλύτερα σ’ αὐτόν πού ζεῖ ἐνάρετα καί εἶναι παράδειγμα γιά τούς ἄλλους»[37]παράδειγμα ὑπακοῆς. Κι ἐσύ προσκολλήσου μαζί μ’ αὐτόν καί μή μετρᾶς πόσες μέρες νηστεία ἔκανες, πόσες ἀγρυπνίες κ.λ.π., γιατί πάνω ἀπ’ ὅλα ὁ Θεός θέλει νά κόβουμε τό θέλημά μας. Αὐτό δέ σημαίνει ὅτι ἀπαξιώνεται ἡ κατά Χριστόν ἄσκηση καί ἡ ἡσυχία. Ὄχι κι αὐτά χρειάζονται. Ἀλλά τό πιό εὐάρεστο εἶναι ἡ γνήσια ταπείνωση πού ἐξασφαλίζεται μέ τήν ὑπακοή. Ἐκεῖ φαίνεται, ἄν εἶναι ταπεινός ὁ ἄνθρωπος, ὅταν δέν κάνει τό δικό του θέλημα. Μπορεῖ εὔκολα νά κάνεις νηστεῖες, ἀγρυπνίες, ἐξωτερικές θυσίες, ἀλλά δέν εἶναι καθόλου εὔκολο νά κόψεις τό θέλημά σου.
            «Τοῦ ἀββᾶ Μάρκου. Ἐκεῖνος πού ζεῖ στόν ζυγό τῆς ἁμαρτίας, δέν εἶναι δυνατό μόνος του νά κατανικήσει τό σαρκικό θέλημα, διότι ἔχει μέσα του ἀκατάπαυστο τόν ἐρεθισμό πρός τά πάθη. Ἐφόσον λοιπόν εἴμαστε ἐπιρρεπεῖς στά πάθη, πρέπει νά προσευχόμαστε καί νά ὑποτασσόμαστε. Γιατί δύσκολα μπορεῖ κανείς νά πολεμήσει χωρίς βοήθεια τίς ριζωμένες μέσα μας συνήθειες. Ὁ ἀγωνιζόμενος μέ ὑποταγή καί προσευχή ἐναντίον τοῦ θελήματός του εἶναι ἐπιτήδειος ἀθλητής», εἶναι ἱκανός, εἶναι συνετός. «Παρουσιάζει ὁλοφάνερα τήν νοητή πάλη» καί ἀγωνίζεται σωστά στή νοητή πάλη «ἀπέχοντας ἀπό τά αἰσθητά»[38].
            Ὁ πόλεμος, ἑπομένως, πού ἔχουμε νά κάνουμε, εἶναι πρός τά θελήματά μας. Αὐτός εἶναι ὁ πόλεμος. Καί πρέπει νά τό καταλάβουμε αὐτό, ὅτι ὁ ἐχθρός τελικά εἶναι οἱ διάφορες ἐπιθυμίες καί τά διάφορα θελήματα πού ἔχουμε φτιάξει μέσα μας. Αὐτά εἶναι πού μᾶς στενοχωροῦν καί μᾶς κάνουν «μαύρη» τή ζωή μας. Κι αὐτά εἶναι πού πρέπει νά πολεμήσεις. Ἔχεις τά πάθη πού σοῦ δημιουργοῦν ἕνα σωρό ἐπιθυμίες. Τά σαρκικά πάθη συνεχῶς σέ ἐρεθίζουν στό νά τά ἱκανοποιήσεις.
-           Πῶς θά τά πολεμήσεις;
            Διά τῆς ὑπακοῆς. Θά προσέλθεις σ’ ἕναν ἄνθρωπο καί θά κόψεις τό θέλημά σου σ’ αὐτόν. Αὐτός μπορεῖ νά εἶναι ὁ πνευματικός σου ὁδηγός -καί ὁπωσδήποτε πρέπει νά ἔχουμε ὅλοι πνευματικό ὁδηγό- καί ἄν εἶσαι μοναχός, θά εἶναι ὁ γέροντάς σου, καί ἔτσι θά ξεφύγεις ἀπό τά πάθη.
            Ἄς δοῦμε καί αὐτό πού λέει ὁ Ἅγιος Διάδοχος. «Ἡ ὑπακοή ἔχει ἀναγνωρισθεῖ ὡς τό πρῶτο καλό ἀπό τίς ἀρχικές ἀρετές, πού πρέπει νά ἀποκτήσει κανείς, γιατί ἀποβάλλει τήν ὑπερηφάνεια καί γεννάει σέ μᾶς τήν ταπεινοφροσύνη. Γι’ αὐτό καί γίνεται θύρα σ’ αὐτούς πού εὐχαρίστως τήν ἀναδέχονται -τήν ὑπακοή-, ἀπό τήν ὁποία εἰσέρχεται στόν ἄνθρωπο ἡ πρός τόν Θεό ἀγάπη»[39]. Βλέπετε;
-           Θέλεις ν’ ἀγαπήσεις τόν Θεό;
            Πάλι μέ τήν ὑπακοή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου